Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

οκτώβριος 2013 _ άννα γρίβα & σάκης σερέφας














Άννα Γρίβα

Η ΣΚΟΝΗ ΤΩΝ ΚΑΜΠΩΝ

Πάνω στις μυλόπετρες
οι παλάμες γαληνεύουν

αν κάνει κρύο ζεσταίνονται γλυκά
γιατί όσα χρόνια κι αν περάσουν
ο μόχθος σιγοκαίει

αν νύχτωσε κι ο ουρανός μαράθηκε
δίχως φεγγάρι δίχως Πούλια
τα νύχια λάμνουν το ταξίδι του γεωργού
που πριν το χάραμα κάνει προσφάι
και τα κατσίκια του σταυρολογά
μην έρθει μάτι πρωινό
και του σουβλίσει όλα τα νιάτα

και του αρπάξει τη γυναίκα

απ' τα απαλά σεντόνια της.

***



Σάκης Σερέφας

ΕΝΑ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ                     
ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΠΟΙΑΣ ΠΟΛΗΣ ΗΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ
  
Ένα χειρουργείο ιδιωτικής κλινικής
στο κέντρο κάποιας πόλης
ημέρα Τρίτη
στο υπόγειο σερβίρουν διπλά λουκάνικα
σε όλα τα γραφεία υπολογιστές μα προπέρσινοι
κι ένα τεμπελόσκυλο στην είσοδο
γαβγίζει γοερά τις υψηλές ιδέες που προσπερνούν κορνάροντας

στον πέμπτο η προϊσταμένη λέγε με Μάρθα έξτρα πρίμα
με μόνο μείον μια κιλότα συλλεκτική
προΐσταται του καλού καιρού περάστε ορίστε
ντράπηκα που πήγαμε με άδεια χέρια έστω μια πάστα μια ωδή
για το ξανθό της άφθονο μαλλί

ακολουθούν τώρα ενενήντα τρεις πανεύκολες λέξεις
όπως: (έναρξη) ακτίνες αίμα ούρα μια κουρούνα πάλι στο περβάζι
μια πάλλευκη κουρτίνα αφράτη άντε βάλε
και μια φοιτήτρια στο διπλανό κρεβάτι άρον
άρον την κοπανήσαν οι υψηλές ιδέες μόλις μπήκαμε πηδούσαν
απ’ το μπαλκόνι βουτούσαν στο σιφόνι η τηλεόραση κλειστή
κάτω κορνάρουν τα αστικά βγαίνω στο μπαλκόνι γιατί
ένας ταξιτζής είχε παρκάρει για τυρόπιτα πάει έφυγε ο τσατίλας
κρίμα δεν του πήρα τον αριθμό να του στείλω τούτο εδώ
μπας και λαλήσει όταν εννοήσει πως έτρωγε μια πίττα
κερασμένη από το σύμπαν έστω με μούντζες μην πω με φλέμα
μα μην το κάνουμε θέμα (λήξη)

όλοι γνωρίζουμε τον όρο προνάρκωση το τροχήλατο καρότσι
το βλέμμα γλαρό, το φιλί, και το χαμόγελο-ταρώ
μέχρι το ασανσέρ
παρ’ την κάτω

στο χειρουργείο

συγχρόνως
ένας μάστορης κοπανούσε χαλαρά κάτι λαμαρίνες στον διάδρομο
περνούσαν λέει πόρτες ασφαλείας  με είδε
«πώς πάει;» ρώτησε «έχω ελπίδες;»
«είσαι κιόλας μέσα, προτελευταία στροφή»
του απάντησα την τύφλα μου το φχαριστήθηκε πήρε πόζα
άρχισε τότε να βαρά παραδοσιακά και δώσ’ του μόχθος
στο στυλ ‘ο άνθρωπος μαζί κι η ύλη, της φύσης το καντήλι αυτό
που σιγοκαίει μπρος σ’ έναν απόκρυφο βωμό’
μου γύρισε τ’ άντερα
ξαναβγήκα στο μπαλκόνι
να χαζέψω λίγα κομμωτήρια έναντι

τρεις ώρες αργότερα
η πόρτα του δωματίου ξανάνοιξε.


ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ

Ένα σπίτι στο δάσος
βράδυ Ανάστασης, πάμε να δούμε
το ζώνουν έλατα,  σκοτάδια το ακουμπούν
παρέα μας ο γκιώνης κι η αλεπού 
τι συμπαθή καρτούν.

Η μια του κάμαρη μυρίζει ύπνο
μιλάμε για ύπνο τού γαλάτου
να ένα νήπιο ανάσκελο μες στη ριλάξ φωλιά του
να κι η μάνα που κοιμάται παραδίπλα στο κρεβάτι
λογχίζοντας τους δαίμονες με τ’ άγρυπνο τρίτο της μάτι.

Μεσοτοιχία με αυτά
τριζοβολούν τα κούτσουρα στο τζάκι
τριζοβολά κι ο πάγος μες στο ποτήρι ζορισμένος
καθώς τον λούζει το ουίσκι 
από βουνίσιο νερό πάγος πλασμένος.

Πλάι στο τζάκι, ακουμπισμένο ένα πιάτο
μυρίζει λίπος όρε λουκάνικο τι πράμα που ήσουνα κρασάτο
πάνω στο λίπος καίει μπηγμένο ένα κερί
κερί φερμένο απ’ την πόλη με τον Μίκυ για στολίδι
κερί που λιώνει μα κόβει σαν λεπίδι.

Κεριά που λιώνουν κόβουν και λίπη ληγμένα
ουίσκια και νήπια, ποιον αφορούν;
ας φύγουμε πέρα, σε άλλα σπίτια, γκαραντί ευλογημένα
παρέα μας ο γκιώνης κι η αλεπού 
τι συμπαθή καρτούν!


 
ΚΟΙΤΑ ΧΑΜΟ

Και στα κουνέλια γίνεται χαμός.
Όλα τους παρά φύσιν
σκοτεινά του κερατά
μες στα κλουβιά.

Έλα Γιάννη πάμε στα κουνέλια
και γκάζι ώσπου χειρόφρενο 
σκάστε τώρα μωρέ σύμπαντα στα γέλια.

Αλσύλλιο σαν άσυλο με ούγκα
ουγκανθρώπους και πάμφωτα παιδιά
και μια τι άλλο; ψησταριά.

Τρέχεις τρέχω πίσω σου κι εγώ
φτάνεις στα σύρματα ‘κοίτα’ φωνάζεις ‘κοίτα χαμό’
ένα κουνέλι σήπεται σαπίζει δηλαδή στο χώμα
σκουλήκια τού βυζαίνουν τον λαιμό.

Ύστερα κάναμε κούνιες κάναμε πάπιες κάναμε κρα.

Έχει μεγάλο ρεπερτόριο η παιδική χαρά. 


***

Άννα Γρίβα. Γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Σπούδασε ελληνική φιλολογία. Το 2010 εξέδωσε τη συλλογή Η φωνή του σκοτωμένου (εκδ. Χαραμάδα) και το 2012 τη συλλογή Οι μέρες που ήμασταν άγριοι (εκδ. Γαβριηλίδης).

Σάκης Σερέφας. Γράφει ποίηση, πεζογραφία και θέατρο.